Τετάρτη 6 Ιουλίου 2016

ΤΡΙΠΛΟ ΨΑΛΙΔΙ ΣΕ ΣΥΝΤΑΞΕΙΣ( ΕΚΤΟΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΚΟΠΗΣ ΣΤΟ ΕΚΑΣ)



Τριπλό  ‘’ψαλίδι’’ στις επικουρικές συντάξεις, στις συντάξεις  χηρείας καθώς και στην προσωρινή σύνταξη επιφέρει ο νόμος Κατρούγκαλου ,εκτός από τις περικοπές στο ΕΚΑΣ και σε άλλα επιδόματα.
Συγκεκριμένα το Σεπτέμβριο θα γίνουν οριστικά οι μειώσεις στις επικουρικές συντάξεις ενώ  θα παρακρατηθούν αναδρομικά 3 μηνών.
Oπως δήλωσε  στη Βουλή ο υφυπουργός Εργασίας  Τ. Πετρόπουλος, ο επανυπολογισμός θα γίνει με τους νέους χαμηλότερους συντελεστές αναπλήρωσης (0,45%), ενώ θα τηρηθεί απαρεγκλίτως, το όριο των 1.300 ευρώ που προβλέπει ο νέος ασφαλιστικός νόμος. Οι μειώσεις επηρεάζουν περίπου 250.000 συνταξιούχους, οι οποίοι λαμβάνουν μηνιαίες συντάξιμες αποδοχές από 1.300 ευρώ μικτά (περίπου 1.180 καθαρά) και άνω. Oι επικουρικές συντάξεις θα μειωθούν από 3 έως και 35%, και μάλιστα με αναδρομική ισχύ.Θίγονται κατά κύριο λόγο επικουρικές άνω των 300 ευρώ. Στο στόχαστρο μπαίνουν συντάξεις που υπολογίστηκαν με υψηλό ποσοστό αναπλήρωσης (πάνω από 0,45% κατ έτος), χωρίς να έχουν καταβληθεί αντίστοιχες εισφορές. Θίγονται κυρίως συνταξιούχοι του ΕΤΕΑΜ, υψηλόμισθοι με 25ετία και άνω, του ΤΕΑΥΝΤΠ (ναυτιλιακοί πράκτορες), του ΤΕΑΥΕΚ (εμποροϋπάλληλοι), των πρώην ΔΕΚΟ, των τραπεζών, του Δημοσίου με 30 έτη και άνω.Σύμφωνα με τις διευκρινήσεις που δόθηκαν από το  υπουργείο Εργασίας, για τον υπολογισμό του πλαφόν των 1.300 ευρώ (μικτά), πάνω από το οποίο αρχίζουν οι μειώσεις στις επικουρικές, θα λαμβάνονται αθροιστικά υπόψη συντάξεις από οποιαδήποτε αιτία, (γήρατος, επικουρικές,αναπηρίας, θανάτου) συμπεριλαμβανομένων σε αυτό το ποσό μόνο της εισφοράς υγειονομικής περίθαλψης, της Εισφοράς Αλληλεγγύης Συνταξιούχων και των εισφορών που προβλέπει ο νόμος 3986 του 2011 (Ειδική Εισφορά Επικουρικής Ασφάλισης, εισφορά σε συνταξιούχους κάτω των 60 που παίρνουν από 1.700 ευρώ και άνω, εισφορά στους συνταξιούχους ΕΤΑΤ). Αντίθετα δεν λαμβάνονται υπόψη τα μερίσματα και τα πάσης φύσεως επιδόματα αναπηρίας. Μετά την αναπροσαρμογή της επικουρικής το άθροισμα του εισοδήματος δεν μπορεί να πέφτει κάτω από 1.300 ευρώ (μικτά).Απαντώντας σε αιτιάσεις μελών της Επιτροπής, ότι με την περικοπή του ΕΚΑΣ επλήγησαν εισοδήματα μικρότερα του αθροίσματος των 1.300 ευρώ μεικτά για κύρια και επικουρική σύνταξη, ο κ. Πετρόπουλος είπε ότι το ΕΚΑΣ είναι επίδομα και όχι σύνταξη.Συνεχίζοντας προανήγγειλε την έκδοση της προσωρινής σύνταξης σε δυο μήνες, εκφράζοντας παράλληλα την πεποίθηση, πως όταν ολοκληρωθεί το νέο σύστημα υπολογισμού, η κύρια σύνταξη θα εκδίδεται στο σύνολό της σε ένα μήνα.

Εξάλλου αυστηροποιούνται οι προϋποθέσεις  για τη χορήγηση προσωρινής σύνταξης. Ετσι δε μπορεί να χορηγηθεί προσωρινή σύνταξη αν δεν έχει ολοκληρωθεί η αναγνώριση-εξαγορά των πλασματικών ετών που προϋποθέτει καταβολή χρημάτων. Επιπλέον οι προσωρινές συντάξεις θα κυμαίνονται μεταξύ 384 και 768 ευρώ. Αυτό σημαίνει ότι θα υποστούν μειώσεις κατά 30% υψηλόμισθοι του Ιδιωτικού τομέα, ΔΕΚΟ και τραπεζών που δικαιούνταν με το προηγούμενο καθεστώς προσωρινή σύνταξη ίση με το 80% της οριστικής σύνταξης που θα τους χορηγηθεί. Σε πολλές περιπτώσεις η προσωρινή σύνταξη έφτανε και τα 1200 ευρώ.Στις περιπτώσεις συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας, το ποσό της προσωρινής σύνταξης διαμορφώνεται κατ’αντιστοιχία. Συνεπώς, σε συνταξιούχους με ποσοστό αναπηρίας από 67% έως 79,99% θα χορηγείται το 75% της προσωρινής σύνταξης. Σε συνταξιούχους με ποσοστό αναπηρίας από 50% έως και 69,99% θα χορηγείται το 50% της προσωρινής σύνταξης. Στις περιπτώσεις συνταξιοδότησης λόγω θανάτου, η προσωρινή σύνταξη που διαμορφώνεται σύμφωνα με τα ανωτέρω χορηγείται σε ποσοστό 50% και το ποσό επιμερίζεται μεταξύ των δικαιοδόχων, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα ποσοστά επιμερισμού της σύνταξης.Με την παρ. 2 του ασφαλιστικού Κατρούγκαλου θεσπίζεται ρητά ότι η προσωρινή σύνταξη που θα καταβληθεί σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί να είναι μικρότερη του ποσού της εθνικής σύνταξης που αντιστοιχεί σε 20 έτη ασφάλισης, ούτε και να υπερβαίνει το διπλάσιο αυτής, όπως διαμορφώνεται κάθε φορά. Συγκεκριμένα, όπως ορίζεται στην παρ. 6 του άρθρου 7 του ν. 4387/2016, η εθνική σύνταξη διαμορφώνεται στο ποσό των 384 ευρώ για 20 έτη ασφάλισης και ως εκ τούτου η καταβαλλόμενη προσωρινή σύνταξη θα κυμαίνεται από 384 έως 768 ευρώ. Αυτά τα όρια ισχύουν μόνο στις περιπτώσεις λήψης  πλήρους σύνταξης λόγω γήρατος ή αναπηρίας. Σε περίπτωση που ο ασφαλισμένος δικαιούται μειωμένη σύνταξη λόγω γήρατος, το ανώτατο και κατώτατο όριο μειώνεται ανάλογα, βάσει των προβλεπόμενων κατά περίπτωση ποσοστών μείωσης. Συνεπώς, σε περίπτωση μειωμένης σύνταξης λόγω γήρατος τα ποσά των 384 και 768 ευρώ μειώνονται κατά 1/200 για κάθε μήνα που υπολείπεται για τη συμπλήρωση του ορίου ηλικίας πλήρους συνταξιοδότησης.

Ενδεικτικά παραδείγματα για τη μείωση των προσωρινών συντάξεων παραθέτει η επιστημονική ομάδα της ΕΝΥΠΕΚ του καθηγητή Αλέξη Μητρόπουλου:

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ 1
Σε περίπτωση μειωμένης σύνταξης λόγω γήρατος στα 62 με συντάξιμες αποδοχές 800 ευρώ και 20 έτη ασφάλισης, το ποσό της σύνταξης θα ανέρχεται σε 511-30%= 357,70 ευρώ και συνεπώς η προσωρινή θα κυμαίνεται όχι πάνω από 268,80 ευρώ!

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ 2
Σε περίπτωση μειωμένης σύνταξης λόγω αναπηρίας με ποσοστό αναπηρίας 70%, το κατώτατο και ανώτατο όριο προσωρινής σύνταξης διαμορφώνεται σε 288 και 576 ευρώ αντίστοιχα.

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ 3
Σε περίπτωση συνταξιοδότησης λόγω θανάτου, όπου η προσωρινή σύνταξη καθορίζεται στο ποσοστό 50% της προκύπτουσας προσωρινής σύνταξης, το κατώτατο και ανώτατο όριο της προσωρινής σύνταξης διαμορφώνεται σε 192 και 384 ευρώ αντίστοιχα.


Επίσης αυστηρότερες προϋποθέσεις θα ισχύσουν για τις νέες συντάξεις χηρείας που θα εκδοθούν μετά τις 12 Μαΐου 2016. Συγκεκριμένα τίθεται όριο ηλικίας τα 55 έτη. Οι χήρες/χήροι άνω των 55 θα παίρνουν δια βίου τη σύνταξη. Εφόσον είναι 52 θα την παίρνουν για τρία χρόνια, θα τη χάνουν και μετά θα επαναχορηγείται στα 67. Αν είναι κάτω από 52 θα την εισπράττουν για τρία χρόνια (με επιπλέον διετή επιδότηση ασφαλιστικών εισφορών σε περίπτωση ανεργίας) εκτός αν είναι μητέρες ανηλίκων οπότε θα τη λαμβάνουν μέχρι να ενηλικιωθεί το παιδί ή μέχρι να αποφοιτήσει (24 ετών) . Ειδικές προϋποθέσεις ισχύουν για τις συντάξεις χηρείας των διαζευγμένων.
Επίσης περιορίζεται το ποσοστό του επιζώντος συζύγου επί της σύνταξης γήρατος του θανόντος εφόσον αυτό πλέον συναρτάται από τη διάρκεια του γάμου (μεγαλύτερη των 5 ετών) και τη διαφορά ηλικίας μεταξύ των συζύγων. Αν η διαφορά ηλικίας μεταξύ του αποβιώσαντος και της συζύγου του, αφαιρουμένου του διαστήματος του γάμου τους, είναι μεγαλύτερη από δέκα έτη, η σύνταξη του επιζώντος συζύγου, υφίσταται, για κάθε πλήρες έτος διαφοράς, μείωση που καθορίζεται σε:

-1% για τα έτη από το 10ο και το 20ό έτος.
-2% για τα έτη από το 21ο έως το 25ο έτος.
-3% για τα έτη από το 26ο έως το 30ό έτος.
-4% για τα έτη από το 31ο έως το 35ο έτος.
-5% για τα έτη από το 36ο και άνω.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοφιλείς αναρτήσεις